O Πελοπίδας ήταν ένα ωραίο 24χρονο αγόρι. Μόλις είχε έρθει στην Αθήνα γεμάτος όνειρα για το μέλλον. Είχε μεγαλώσει και σπουδάσει σε χωριό και ήθελε πολύ να γνωρίσει τη ζωή της μεγαλούπολης. Απονήρευτο και αθώο, μάζεψε μια μέρα τα ρούχα του σε μια βαλίτσα, μάλωσε με τη μάνα του γιατί αυτή δεν ήθελε να φύγει και έβαλε πλώρη για αθηναϊκές περιπέτειες.
O κολλητός του Πελοπίδα είχε ένα σπίτι στην Πλάκα στο οποίο δεν έμενε κανείς. Δίπλα στην Παναγιωταρέα. Εκεί εγκαταστάθηκε. Η Αθήνα τον μάγεψε. Η πόλη ετοιμαζόταν για τους Ολυμπιακούς, όλοι είχαν μια έντονη προσμονή, σαν να περιμένεις να φτάσει η μέρα για το πάρτι σου, παρασύρθηκε και ο δικός μας και τον μέθυσε η γιορταστική ατμόσφαιρα.
Την πρώτη εβδομάδα που ήρθε στην Αθήνα γνώρισε τον Θεόφιλο. Ο Θεόφιλος ήταν 10 χρόνια μεγαλύτερος από τον Πελοπίδα, έμπειρος, αποκρυσταλλωμένος, ότι έπρεπε για το μικρό μας τεκνάκι που δεν ήξερε που πάνε τα τέσσερα. Ήξερε την Αθήνα καλά. Τον είδε και ωραίο, γεμάτο αυτοπεποίθηση, θαμπώθηκε ο δικός μας.
Άρχισαν να βγαίνουν. Να περνάνε χρόνο μαζί. Να κοιμούνται μαζί. Να πηγαίνουν σε ωραία εστιατόρια, να του δείχνει από πού να ψωνίζει ωραία ρούχα, να του μαθαίνει πως κάνουν έρωτα. Ο Θεόφιλος, μεγάλη ψωνάρα, του μάθαινε όλη τη γκλαμουριά της Αθήνας. Βγαίναν στο Χίλτον, γνώριζαν ημι-διασημότητες. Ο Πελοπίδας είχε χαζέψει. Ένιωθε για πρώτη φορά τέτοια συναισθήματα, που ούτε να τα φανταστεί δεν τολμούσε.
Ένα μεσημέρι ο Θεόφιλος σκάει μύτη με χαμόγελο ύποπτο. Σου έχω έκπληξη, λέει, και του δείχνει δυο εισιτήρια για Σαντορίνη. Φύγανε την άλλη μέρα. Μια εβδομάδα γεμάτη πάθος, ωραία τοπία, ηλιοβασιλέματα και με θέα τη Καλντέρα. Ο Θεόφιλος πρόσεχε πολύ το μικρό μας. Του είχε κλείσει δωμάτιο στο καλύτερο ξενοδοχείο, πάνω στο Ημεροβίγλι ακριβώς.
Το βράδυ πριν κοιμηθούνε ρώτησε τον Πελοπίδα αν χρησιμοποιεί οδοντόνημα. Τώρα τι σχέση έχει αυτό σκέφτηκε, αλλά του απάντησε.
Γυρνάνε στην Αθήνα. Ήταν ξανθοί και οι δύο και ο ήλιος και ο έρωτας τους είχε κάνει κούκλους. Ο Θεόφιλος πηγαίνει τον Πελοπίδα σπίτι. Ο μικρός τον φιλάει για καληνύχτα. Ο Θεόφιλος ζυγιάζει τη στιγμή, διστάζει λίγο, και του λέει:
-Θέλω να μιλήσουμε για κάτι.
-Σε ακούω.
-Ξέρεις, είμαι φορέας.
Σου έχουν πει ποτέ κάτι και την ίδια την στιγμή να ζαλιστείς τόσο που να θέλεις να ξεράσεις; Αυτό ένιωσε ο Πελοπίδας. Θόλωσε η εικόνα μπροστά του. Αγκαλιάστηκαν και έκλαιγαν και οι δυο για ώρες. Ο Πελοπίδας άρχισε να ζει σε άλλη διάσταση. Δεν μπορούσε να χωνέψει πως κάτι τέτοιο συνέβαινε σε αυτόν. Για μια βδομάδα πήγαινε στη δουλειά σαν ζόμπι, έτρωγε από συνήθεια, μιλούσε αλλά δεν επικοινωνούσε. Το άλλο του μεγάλο πρόβλημα ήταν ότι δεν ήξερε με ποιον να το μοιραστεί όλο αυτό. Οι φίλοι του μόλις είχαν μάθει ότι είναι γκέι, αν τους έλεγε και αυτό, δε θα το άντεχαν.
Τελικά επικράτησε η λογική. Την τελευταία φορά που βρέθηκαν με το Θεόφιλο, το κάνανε, κοιμήθηκαν αγκαλιά και το άλλο πρωί του είπε πως φεύγει για το χωριό του γιατί θέλει να σκεφτεί. Του έστειλε μήνυμα σε 3 μέρες ότι δε θέλει να ξαναβρεθούνε.
Εκείνο τον καιρό, του έγινε μια καλή πρόταση για δουλειά στην Αθήνα. Ξαναγύρισε. Ήταν ένα ράκος. Δεν κοιμόταν καλά, ένιωθε μονίμως ένα δάγκωμα στην κοιλιά του. Η Αθήνα του φαινόταν φριχτή γιατί την είχε συνδυάσει με το Θεόφιλο. Τότε κατάλαβε πως ήταν ερωτευμένος για πρώτη φορά στη ζωή του. Ο Θεόφιλος τον δέχτηκε πίσω. Διστακτικά στην αρχή. Τουλάχιστον έτσι του είπε, αλλά η αλήθεια ήταν πως τον ήθελε και αυτός πολύ.
Ο Πελοπίδας έμαθε πολλά πράγματα. Τι είναι τα Τ4, που γίνονται εξετάσεις αίματος, ότι οι φορείς παίρνουν ένα μηνιαίο επίδομα για να μπορούν να διατηρούν ένα επίπεδο στη ζωή τους, ότι τα φάρμακα είναι δωρεάν. Ανακάλυψε ακόμα που είναι το Ανδρέας Συγγρός το οποίο ειδικεύεται σε τέτοια θέματα, γνώρισε τους γιατρούς του, έβλεπε τα ίδια άτομα που το βράδυ χόρευαν δίπλα του στο Sodade, να έρχονται το πρωί για το καινούριο τους κοκτέιλ. Απομυθοποίησε πολλά πράγματα. Έκανε μεγάλο δρόμο ομολογουμένως. Να σκεφτείς πως την πρώτη φορά που βρέθηκε στο ίδιο δωμάτιο με το Θεόφιλο και τον κολλητό του, επίσης φορέα, νόμιζε πως θα γίνει έκρηξη, θα ανατιναχθούν τα κεφάλια τους και το αίμα θα πέσει πάνω στο μικρούλη μας και θα κολλήσει και αυτός. Τα πάλεψε όμως όλα αυτά. Και τα ξεπέρασε.
Η σχέση τους τελείωσε άδοξα μετά από ένα χρόνο. Ο Πελοπίδας δε σκέφτηκε ούτε μια φορά να χωρίσει εξαιτίας της αρρώστιας. Και ας έτρεχε όποτε αρρώσταινε ο ίδιος στα νοσοκομεία μόνος, γιατί ο γκόμενος του δεν μπορούσε να τον συνοδέψει. Και ας του έπαιρνε ακόμα και πίπα με προφυλαχτικό. Ειλικρινά δεν τον πείραζε καθόλου. Βασική αιτία ήταν ο χαρακτήρας του Θεόφιλου. Δικαιολογούσε για καιρό την αλαζονεία του, την περηφάνια του, λέγοντας πως δεν μπορούσε εκείνος να καταλάβει πως είναι να είσαι άρρωστος. Κατάλαβε όμως κάτι άλλο. Ίσως κάποια γεγονότα να διαμορφώνουν το χαρακτήρα σου, μπορείς όμως να τα δουλέψεις και εσύ και να μην τα χρησιμοποιείς σαν δικαιολογία για όλα τα στραβά που έχεις. Ο καθένας μας μπορεί να βρει κάτι που του έχει συμβεί και να το πιπιλάει. Όλοι πέφτουμε κάποια στιγμή. Το θέμα είναι πώς σηκωνόμαστε.
ΥΓ. Ο Πελοπίδας επιβίωσε στην Αθήνα και σήμερα έχει μια όμορφη σχέση με έναν όμορφο άνθρωπο. Βλέπει καμιά φορά τον Θεόφιλο σε κανένα μαγαζί από μακριά, τον παρατηρεί μήπως αδυνάτισε και συνεχίζει το ποτό του με την παρέα του.